Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015



                         
Η σκευή είναι ένα κομμάτι από αυτά που συνθέτουν την όψη, οι οποία κατατάσσεται στα "Κατά ποιόν μέρη" της αρχαίας τραγωδίας. Η σκευή αποτελείται κυρίως από την ενδυμασία των υποκριτών (ηθοποιών) και τα προσωπεία (μάσκες) που διαθέτουν. Στη σημερινή εποχή, σκευή ονομάζεται και ο οπλισμός των πολεμιστών.
Αρχικά, τη σκευή αποτελούσαν τα ενδύματα που φορούσαν οι υποκριτές. Η πατρότητα της ουσιαστικής αναβάθµισης της σκευής στην αρχαία τραγωδία ανήκει στον Αισχύλο, που πιστεύεται ότι διακόσµησε µε µεγαλοπρεπή τρόπο το θέατρο και προσδιόρισε συγκεκριµένα κοστούµια στους ηθοποιούς. Το χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ τα τραγικά έργα αναφέρονταν σε προηγούµενες εποχές και σε µυθολογικά κατά βάση θέµατα, η θεατρική σκευή ήταν κατά κανόνα σύγχρονη της εποχής που παίχτηκαν οι τραγωδίες. Τα βασικότερα κοστούµια της τραγωδίας ήταν τα επιβλήµατα ( ιµάτιον , χλαµύς κ.λπ.) και οι πολύχρωµοι χιτώνες.
                              
Τα κυριότερα αρχαιοελληνικά ενδύµατα ήταν :
Το πέπλος: Ένδυµα από μάλλινο συνήθως ύφασμα που φορούσαν γυναίκες. Πριν το τυλίξουν γύρω από το σώμα τους , το αναδίπλωναν στο πάνω μέρος σχηματίζοντας το απόπτυγμα. Το ρούχο στερεωνόταν στους ώμους µε περόνες ή πόρπες. Μερικές φορές φόραγαν και ζώνη στη μέση. Επίσης, δημιουργούνται πτυχές πάνω από τη μέση, από το ζώσιμο του ρούχου. Ο Δωρικός πέπλος φοριόταν χωρίς ζώνη, ήταν ανοιχτός στο πλάι και γι ΄ αυτό ονοµαζόταν « φαινοµηρίς ».
Ο χιτώνας: Ένδυμα από λεπτό ύφασμα, λινό ή μάλλινο, που φορούσαν άνδρες ή γυναίκες  κατάσαρκα, με μακριά ή κοντά μανίκια. Μπορεί να ήταν κοντός ή μακρύς και συνήθως τον φορούσαν µε ζώνη. Στο αρχαίο θέατρο οι χιτώνες είχαν χρωματιστές, κατακόρυφες ραβδώσεις και οι μανδύες ήταν στολισμένοι  µε κεντήματα και ταινίες.
Το ιμάτιον: ένδυμα από, συνήθως, μάλλινο ή χοντρό ύφασμα. Οι γυναίκες το φορούσαν πάνω από το χιτώνα και οι άντρες είτε πάνω από το χιτώνα είτε κατάσαρκα. Το Ιωνικό ιµάτιο ήταν ένα στενό ορθογώνιο ύφασµα , που τυλιγόταν κατά μήκος του πάνω μέρους του κορμού, περνούσε  κάτω από  το αριστερό χέρι σχηματίζοντας µια αναδίπλωση και στερεωνόταν πάνω από τον δεξιό ώμο µε κουμπιά ή πόρπες. Οι γυναίκες συχνά κάλυπταν το κεφάλι τους µε αυτό. Οι άντρες συχνά το έβαζαν πάνω από το χιτώνα και το τύλιγαν γύρω από  τους ώμους έτσι ώστε να πέφτει το ίδιο και από τις δύο πλευρές.


Ο χιτωνίσκος: Κοντός χιτώνας που φορούσαν κυρίως οι στρατιώτες κάτω από την πανοπλία τους ( µε χιτωνίσκο απεικονίζονται συχνά η Άρτεµις και οι Αµαζόνες ).
Η χλαμύδα: Κοντό ιµάτιο στερεωµένο στον ένα ώµο µε πόρπη. Τη χλαµύδα φορούσαν κυρίως οι έφηβοι, οι ιππείς, οι αγγελιοφόροι και γενικά όσοι χρειάζονταν ελευθερία κινήσεων.
Η εξωμίς: Είδος κοντού χιτώνα που άφηνε τον δεξιό ώμο ελεύθερο. Την εξωµίδα φορούσαν όσοι χρειάζονταν ελευθερία κινήσεων όπως οι αναβάτες, οι τεχνίτες κ. ά.
Ο Σοφοκλής ακολούθησε τις βασικές ενδυµατολογικές αρχές του Αισχύλου, ενώ ο Ευριπίδης εισήγαγε το φτωχό, έως και εξαθλιωµένο, ένδυµα σε πολλά από τα έργα του. Στην αρχαία κωµωδία χρησιµοποιούνταν συνήθως το σωµάτιον, ένα εφαρµοστό μάλλινο ρούχο στο χρώμα του δέρματος µε παραγεμίσματα στην κοιλιά και στα οπίσθια και µε ενσωματωμένο ένα δερµάτινο φαλλό. Σε άλλες περιπτώσεις φορούσαν ζωόμορφα ενδύματα (όρνιθες, σφήκες, βάτραχοι κ.λπ.) ως κληρονοµιές από τις διονυσιακές γιορτές, ενώ σπανιότερα εµφανιζόταν ο κωµικός χιτών, η εξωµίς και τα κωµικά επιβλήµατα. Τυπικό στοιχείο υπόδησης των ηθοποιών ήταν ο γνωστός κόθορνος. Αρχικά αποτελούσε ένα µαλακό υπόδηµα µε λεπτό τακούνι και κορδόνια που μπορούσε να φορεθεί αδιάκριτα είτε στο αριστερό είτε στο δεξί πόδι. Στην εξέλιξή του αποκτούσε όλο και ψηλότερη σόλα για να καταλήξει στη ρωμαϊκή περίοδο πανύψηλος. Με τον τρόπο αυτό οι χαρακτήρες των έργων φαίνονταν πιο μεγαλόσωμοι και εξέφραζαν την ανωτερότητά τους. Υπεύθυνος για την ενδυμασία των υποκριτών ήταν ο ποιητής, που αναλάμβανε και χρέη ενδυματολόγου.
Αργότερα, στην αρχαία τραγωδία, ο Θέσπης εισήγαγε για πρώτη φορά τα προσωπεία. Στην αρχή τα στερεότυπα αυτά πρόσωπα ήταν περιορισμένα. Στη συνέχεια όμως, αναπτύχθηκε μια πραγματική χειροτεχνία κατασκευής προσωπείων, διαφορετική για τα φύλα, τους αγγελιοφόρους, τις εταίρες, τους προαγωγούς, τα τραγικά και τα κωμικά πρόσωπα, ακόμη και για ζώα), όπου τα ατομικά χαρακτηριστικά του προσώπου εξαφανίζονταν.
                              

Η δημιουργία των προσωπείων δεν ήταν μία απλή διαδικασία. Ο τεχνίτης έφτιαχνε τη μάσκα πάνω στο πρόσωπο του ηθοποιού. Πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να αλείψει το πρόσωπο του ηθοποιού με λάδι. Έπειτα έκοβε λεπτές λουρίδες από βαμβακερό ύφασμα, τις τύλιγε γύρω από το κεφάλι του άνδρα καλύπτοντας μ’ αυτές σχεδόν ολόκληρο το πρόσωπο, εκτός από τα ρουθούνια και το στόμα.
Μετά συνέχιζε προσθέτοντας κι άλλες λουρίδες από ύφασμα βουτηγμένες σε αλευρόκολλα. Αυτές τις τοποθετούσε στο πρόσωπο «χιαστί».  Στη συνέχεια έκοβε τις υφασμάτινες λουρίδες που συγκρατούσαν τη μάσκα πίσω από το κεφάλι του ηθοποιού και σχημάτιζε τα μάγουλα και τα άλλα χαρακτηριστικά του προσώπου χρησιμοποιώντας πάλι κομμάτια υφάσματος και άπλωνε επάνω τους γύψο για να φαίνονται λεία. Στο τέλος επικάλυπτε όλη τη μάσκα με ένα λεπτό στρώμα κόλλας.
Περίμενε να στεγνώσει και μετά την έβαφε. Υπάρχουν βέβαια και μάσκες που κατασκευάζονταν από ξύλο, φελό ή ακόμη και λεπτό μέταλλο.
Υπήρχαν μάσκες χαρούμενες οι οποίες προορίζονταν για κωμωδία και άλλες που ήταν λυπημένες για τραγωδία. Συνήθως οι μάσκες ήταν μεγαλύτερες από το κανονικό, ακόμη και σε τερατώδεις διαστάσεις, για να μπορεί να καταλαβαίνει τον κάθε ρόλο ακόμη και κάποιος που καθόταν στην τελευταία σειρά καθισμάτων στο θέατρο.
Οι ηθοποιοί που τις φορούσαν εκείνη την εποχή ήταν μόνο άνδρες, καθώς οι γυναίκες απαγορεύονταν να παίξουν.
Δημιουργία: Χριστίνα Μαχαιρίδου, Νεφέλη Μαχαιρίδου
Τμήμα: Γ'3
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CF%81%CE%B1%CE%B3%CF%89%CE%B4%CE%AF%CE%B1#.CE.A4.CE.B1_.CE.BC.CE.AD.CF.81.CE.B7_.CF.84.CE.B7.CF.82_.CF.84.CF.81.CE.B1.CE.B3.CF.89.CE.B4.CE.AF.CE.B1.CF.82_.CE.BA.CE.B1.CF.84.CE.AC_.CF.80.CE.BF.CE.B9.CF.8C.CE.BD

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου